εμβολιαστής

εμβολιαστής
και μπολιαοτής, ο
1. γιατρός ή υγειονομικός υπάλληλος που κάνει τον εμβολιασμό
2. ειδικός στον εμβολιασμό τών δέντρων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”